Κιλιμάντζαρο

Κιλιμάντζαρο
(Kilimanjaro). Όρος (5.892 μ.) της κεντροανατολικής Αφρικής, το ψηλότερο της ηπείρου. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα της Τανζανίας (κοντά στα σύνορα με την Κένυα) σε 3° νότιου πλάτους και 37° ανατολικού μήκους. To Κ. είναι σβησμένο ηφαίστειο και δεσπόζει σε ένα υψίπεδο (ύψους περίπου 1.000 μ.) με δύο κορυφές, την ψηλότερη Κίμπο (5.892 μ.) και το Μαβένζι (5.152 μ.). Το Κίμπο καλύπτεται από αιώνια χιόνια και έχει κρατήρα διαμέτρου περίπου 2 χλμ. Το ηφαίστειο σχηματίστηκε πιθανότατα κατά τα τέλη του τριτογενούς και αποτελείται από φωνόλιθους, νεφελονιτοειδείς και τραχειδολερίτες. Στις πλαγιές του Κ. (ειδικότερα στην πυκνοκατοικημένη νότια) καλλιεργούνται καφές, σιζάλ, δημητριακά και μπανάνες, σε υψόμετρο περίπου 1.600 μ. Ακολουθεί μέχρι τα 3.000 μ. μια ζώνη δασών, την οποία διαδέχεται ζώνη λιβαδιών έως τα 4.700-4.800 μ., όριο στο οποίο φτάνουν οι γλώσσες του πάγου. Τα νερά από την τήξη των παγετώνων και των χιονιών του Κ. τροφοδοτούν τον ποταμό Πανγκάνι (ή Ρούβου). Η κορυφή του όρους κατακτήθηκε για πρώτη φορά το 1889 από τους Μάγιερ και Πουρτσέλερ, οι οποίοι είχαν ξεκινήσει για την ανάβαση (όπως και άλλοι εξερευνητές) από το χωριό Μόσι, στη νότια πλευρά του Κ. Αεροφωτογραφία της κορυφής Κίμπο (5.892 μ.) του Κιλιμάντζαρο, μεταξύ Κένυας και Τανζανίας. Φωτογραφία του όρους Κιλιμάντζαρο στην Τανζανία, από δορυφόρο της NAΣA, τον Νοέμβριο του 1994∙ διακρίνονται τρία ηφαίστειά του, το ψηλότερο Κίμπο (κέντρο) που καλύπτεται από αιώνια χιόνια, το Σίρα (δυτικά) και το Μαβένζι (ανατολικά) (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Χανς — (Hans Meyer, 1858 – 1929). Γερμανός εξερευνητής. Αρχικά εργάστηκε στο Βιβλιογραφικό Ινστιτούτο που διηύθυνε ο πατέρας του και έπειτα ταξίδεψε επί 30 χρόνια και εξερεύνησε γνωστές και άγνωστες χώρες, ιδιαίτερα τις τότε αφρικανικές γερμανικές… …   Dictionary of Greek

  • Τσάγγα — οι, Ν εθνολ. λαός που μιλά μια γλώσσα Μπάντου και ζει στις εύφορες νότιες πλαγιές τού όρους Κιλιμάντζαρο στη βόρεια Τανζανία, αλλ. Σάκα …   Dictionary of Greek

  • Γκάρντνερ, Άβα — (Ava Gardner,Βόρεια Καρολίνα 1922 – Λονδίνο 1990). Αμερικανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου. Αυτή που κάποτε ονομάστηκε «η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου», ειδικεύτηκε σε ρόλους μοιραίας γυναίκας, για σχεδόν δύο δεκαετίες στο Χόλιγουντ. Αν και… …   Dictionary of Greek

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • λιθοκράνιος — (Lithocranius). Γένος αντιλόπης της υποοικογένειας των αντιλοπιδών, της οικογένειας των βοριδών, της υπόταξης των αρτιοδακτύλων. Ο λ. έχει λεπτό και μακρύ λαιμό (μήκους 18 26 εκ.), μικρό κεφάλι, λεπτά πόδια και μικρά κέρατα μήκους 25 44 εκ., τα… …   Dictionary of Greek

  • Ντέκεν, Καρλ-Κλάους — (Carl Klaus Decken, 1833 – 1865). Γερμανός αξιωματικός και εξερευνητής. Ταξίδευε συχνά στην Ανατολική Αφρική στην περιοχή του όρους Κιλιμάντζαρο. Στο τρίτο ταξίδι του φονεύθηκε στον ποταμό Τσούμη από Σομαλούς ιθαγενείς. Ο συνεργάτης του Κερστεν… …   Dictionary of Greek

  • Πέτερς, Καρλ — (Peters, 1856 – 1918). Γερμανός εξερευνητής. Το 1884 ίδρυσε τη Γερμανική Εταιρεία Αποικιών. Ταξίδεψε στην Ανατολική Αφρική και υπέγραψε συμβόλαια της Εταιρείας με ιθαγενείς αρχηγούς για την εκχώρηση εδαφών. Το 1888 ξεκίνησε, ως αρχηγός της… …   Dictionary of Greek

  • Τόμσον, Τζόζεφ — (Thomson, Πένποντ 1858 – Λονδίνο 1895). Σκοτζέζος εξερευνητής. Το 1878 80 βρισκόταν στην ανατολική Αφρική, όπου εξερεύνησε τις λίμνες Νιάσα, Τανγκανίκα και Ρούκβα. Το 1881 84 εξερεύνησε περιοχές της Κένυας και του Κιλιμάντζαρο και ανακάλυψε τις… …   Dictionary of Greek

  • Χέμινγκουέι, Έρνεστ Μίλερ — (Hemingway, Oκ Παρκ, Ιλινόις, 1899 – Σαν Βάλι, Άινταχο 1961). Αμερικανός συγγραφέας. Γιος γιατρού με πνευματικά ενδιαφέροντα και με αγάπη προς τη φύση, πέρασε τα παιδικά και τα νεανικά του χρόνια στα περίχωρα του Σικάγου, με αλησμόνητες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”